ZΩΓΡΑΦΙΚΟ HΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, 21-6-2021. ΔΕΥΤΕΡΑ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
Με Γιώργο, Σοφία κ ΟΛΓΑ στη γαρδένιαστο Μαρούσι. Ατέλειωτες συζητήσεις.
Δίπλα το ΗΡΩΟΝ με προτομή ΓΕΩΡΓΙΟΥ του Β´ που τον σκότωσαν στη Θεσσαλονίκη , και , καθώς τρώγαμε, τον είδα να προβάλλει ανάμεσα σε δυο γιγαντόσωμους κορμούς πεύκων, από κείνους που τρυπάνε το ταβάνι στο κιόσκι του εστιατορίου ΓΑΡΔΕΝΙΑ κι είχε ένα ύφος βασιλικό υπεροπτικό , αλλά αέρινο σαν αχειροποιήτου αγάλματος, κι είπα μέσα μου «να τι είναι ο άνθρωπος , μια έκφραση, κι έλαμπε στο χρυσάφι του απομεσήμερου, κι έλαμπε και μας μιλούσε αυτή η μικρή κουκκίδα η πιο ζωντανή απ’ όλον εκείνο το πολύβουο ανθρωποβουητό κι έκοψα τη συζήτηση κι είπα «κοιτάξτε !κοιτάξτε εκεί!», πράγμα που δεν έπρεπε να κάνω.
Τη νύχτα που πέρασε, κοιμήθηκα απνευστί μέχρι το πρωί. Όμως όλη νύχτα, μα όλη νύχτα, (ενώ δεν έβλεπα όνειρα ως εικόνες), πρόβαλλαν σκέψεις ωσάν συνομιλία με την ΠΑΝΑΓΙΑ που θα ζωγράφιζα σήμερα (για τον Μάξιμο). Είχα αγωνία από που να το πιάσω αυτό το υπερούσιο θέμα της Α χειροποίητης ζωγραφικής. Δεν ει χς ταραχή, αλλά σαν να κολυμπούσα σε θάλασσα εικαστικών αποριών.
Πρώτα πρώτα «πως να Σε ζωγραφίσω εγώ Εσένα την ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΟΝ! Δώσε μου μίαν αποταγή από όλους κι όλα, δώσε μου προσήλωση σε Σένα, ν αδειάσω εντελώς, και να γεμίσω με το άχραντό χάδι Σου, να γίνω -παρά τη βρωμιά μου- Εικόνα Σου, να κολλήσω στον τοίχο, να με πάρεις μαζί με το Χριστουλη αγκαλιά Σου! Να μπορούσα Ν αγκαλιάσω τα χρώματα, να τα βγάλω απ’ την καρδιά μου και να τα σχηματίζω μίαν θείαν όψιν , η οποία να ομιλεί τη γλώσσα που δεν ακούγεται παρά μόνο από τις καρδιές, όταν είναι διάφανες από το χρυσοχριστοφώς».