The Iconic Gaze: A Theology of Thearchic Weakness and Divine Love
Exploring the Depth of Christ’s Look in the Iconography school of Bishop Maxim
by Fr. Stamatis Skliris
Friday, February 16, 2024
This icon of Christ belongs to the icons that present Christ with love and concern for the specific person, you and me. We achieve this mainly with wide-open eyes that care about us. It is a subtle movement beyond the Paleologian school of the almighty PANTOKRATOR, here, with “thearchic weakness” (θεαρχική ἀσθένεια—the term by Dionysius Areopagite). In other words, the PANTOKRATOR humbles himself with His image before the specific man with his particular passions and weaknesses. Out of love and identification with the humbled ontological concrete man, He who transcends suffering as God nevertheless willingly humbles himself and takes on human passion. It is a profound theology of the thearchic weakness that gave birth and developed (with “Justin’s” roots, that is, of Fr. Justin Popovic, who always presupposed a Christ who cares for man and who willingly humbles himself for him) the theology of “thearchic weakness.” Bishop Athanasios Jevtic loved the hymn of St. Basil the Great: “What shall we render unto the Lord for all He hath rendered unto us? For our sake, God dwelt among us; for our corrupted nature, the Word became flesh and dwelt within us; unto the ungrateful, He is the Benefactor; unto prisoners, He is the Liberator; unto those who sat in the darkness, He is the Sun of justice; the path unto the Cross; the Light unto Hades; Life unto death; Resurrection for the fallen: to Him, we cry out: ‘Our God, glory be to Thee!’” (Octoechos, tone 7)
The fact that the school of Maxim-Stamatis starts from an all-powerful God voluntarily becoming poor saves this school from anthropomorphism, Arianism, etc., because in principle, it is God Almighty, and what suffers is a passion born of the omnipotent voluntary movement. So, it is not a question of weakness inherent in God’s nature but of free movement toward weak man. It is of the Will and not of God’s nature. This Will is a loving will, and therefore, we hold the love (theia thelesis = divine LOVE, identified), which is expressed in the loving gaze, and we illustrate innocently and with divine dignity the DIVINE PASSION. So, in God, there is a loving movement toward man. We could... “stretch” it, as our Elder Athanasius Jevtic would say, and say, God has only one, he has only one movement and will, the love for man, whom he wants to save, for to save in this way the whole creation, which is summed up in man!
***
Saturday, February 17, 2024
In this look of Christ, Maxim expresses all the logoi of St. Maximus the Confessor. To put it anthropopathically, Christ’s gaze is as if envisioning the end of the adventure of divine love. This “that all of them may be one” (Jn 17:21) is the body of Christ that we taste in the Holy Eucharist and represents in temporal history everything that will exist and will not perish. This look of the many Christs of Bishop Maxim is the look of contingency, of waiting for the end; it is a pictorial eschatological look of God toward creation. It is not the gaze of God itself, but the gaze that the iconographer Maxim draws on the image of the God-man to theologize through the Image about God’s love for the referent man. Look, I beseech You, once more into the gaze of the God-man in the picture, and then look at the people around You. They look at each other very specifically, intra-temporally, i.e., very instantané. God looks very deep into the infinite depths of existence, which are beyond the horizon of horizons of temporality, as we say in the EUCHARIST, forever and ever.
___________
Το εικονικό βλέμμα: θεολογία της θεαρχικής ασθένειας και θεϊκής αγάπης
Εξερευνώντας το βάθος του βλέμματος του Χριστού στη σχολή εικονογραφίας του Επισκόπου Μαξίμου
Παρά πολύ καλή εικόνα Χριστού. Υπάγεται στην ομάδα εικόνων που παρουσιάζουν τον Χριστό με αγάπη κ ενδιαφέρον για τον συγκεκριμένο άνθρωπο, εσένα κι εμένα. Αυτό το πετυχαίνουμε κυρίως με τα ολάνοιχτα μάτια που νοιάζονται για μας. Είναι μια διακριτική προώθηση έναντι της παλαιολόγειας σχολής του παντοδύναμου ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΑ, εδώ, με «θεαρχική ἀσθένεια». Δηλαδή ο ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΩΡ ταπεινώνεται προ της Εικόνος Του, του συγκεκριμένου ανθρώπου με τα συγκεκριμένα ΠΑΘΗ κι αδυναμίες στου. Εξ αγάπης και ταυτίσεις προς τον ταπεινωμένο ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΟΣ συγκεκριμένο άνθρωπο , Εκείνος (που υπερβαίνει το «πάσχειν» ως θεός ), παρά ταύτα ταπεινώνεται εκουσίως και προσλαμβάνει το ανθρώπινο «ασθενείν».
Πρόκειται για βαθιά θεολογία της θεαρχικής ασθενείας που γέννησε κι ανέπτυξε (με «ιουστίνειες» πάντοτε ρίζες, του π. Ιουστίνου Πόποβιτς δηλαδή, που πάντοτε προϋπέθετε έναν Χριστό που νοιάζεται τον άνθρωπο και που πρόθυμα ταπεινώνεται εκούσια γι’ αυτόν) την θεολογία της ΘΕΑΡΧΙΚΗΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ. Και ο Αθανάσιος έψαλε τότε το «Τί άνταποδώσωμεν τῷ Κυρίω περί πάντων ὥν άνταπέδωκεν ἡμῖν; Δι΄ ἡμᾶς Θεός έν άνθρώποις διά τήν καταφθαρεῖσαν φύσιν ὁ Λόγος σάρξ έγένετο και έσκήνωσεν έν ἡμῖν· πρός τους άχαρίστους ὁ Εύεργέτης· πρός τούς αίχμαλώτους ὁ Έλευθερωτής· πρός τούς έν σκότει καθημένους ὁ Ἡλιος τῆς δικαιοσύνης έπί τόν σταυρόν ὁ άπαθής· έπί τόν Ἅδην τό φῶς· επί τόν θάνατον ἡ ζωή· ἡ άνάστασις διά τούς πεσόντας· πρός ὅν βοήσωμεν.. ὁ Θεός ἡμῶν δόξα Σοι.»
Το γεγονός πως η σχολή Μαξίμου—Σταματίου ξεκινά από παντοδύναμο Θεό εκουσίως πτωχεύοντα, διασώζει την Σχολή αυτή από ανθρωπομορφισμό, αρειανισμό κλπ., διότι κατ’ αρχήν είναι Θεός Παντοδύναμος, κι ό,τι πάσχει είναι πάθος που το γεννά η παντοκρατορική εκούσια κίνηση. Άρα πρόκειται όχι για αδυναμία εγγενή στη φύση του Θεού, αλλά στην ελεύθερη κίνηση προς τον αδύναμο άνθρωπο. Είναι της Θελήσεως και όχι της φύσεως του Θεου.
Αυτή η θέληση είναι «αγαπώσα θέλησις» και επομένως κρατάμε την αγάπη (θεία θελησις = θεία ΑΓΑΠΗ, ταυτίζεται), που εκφράζεται στο αγαπητικό βλέμμα, και εικονογραφούμε αθώα και με θεοπρέπεια το ΘΕΙΟΝ ΠΑΘΟΣ»).
Άρα στον Θεό υπάρχει μια κινήσεις, η αγαπητική κίνηση προς τον άνθρωπο. Άρα θα μπορούσαμε να το... «τεντώσουμε» , όπως θα έλεγε ο Γεροντάς μας ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ, και να πούμε, ο Θεός ένα μόνο έχει, μια μόνο κίνηση και θέληση έχει, την αγάπη προς τον άνθρωπο, τον όποιον θέλει να σώσει, για να σωθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο ολόκληρη η κτίση, η οποία συγκεφαλαιώνεται στον άνθρωπο!!!
***
Σάββατο 17-2-2024
Ο Βασίλιεβιτς σ᾽ αυτό το βλέμμα του Χριστού εκφράζει όλους τους «λόγους» του Αγ Μαξίμου του Ομολογητού. Να το πούμε ανθρωποπαθώς, το βλέμμα του Χριστού είναι σαν να οραματίζεται το τέλος της περιπέτειας της θείας αγάπης. Αυτό το «ίνα πάντες εν ώσι» (Ιω. 17,21), είναι το σώμα Χριστού που προ γευόμαστε στη Θεία Ευχαριστία και αντιπροσωπεύει μέσα στην πρόσκαιρη ιστορία κάθε τι που θα υπάρξει και δεν θα χαθεί.
Αυτό το βλέμμα των «Χριστών» του επισκόπου Μαξίμου είναι το βλέμμα της ενδεχομενικότητας, της αναμονής του τέλους, είναι εικονογραφικό εσχατολογικό βλέμμα του Θεού προς την κτίση. Δεν είναι το ίδιο το βλέμμα του Θεού, αλλά το βλέμμα που ζωγραφίζει στην εικόνα του Θεανθρώπου ο εικονογράφος Μάξιμος για να θεολογήσει δια μέσου της Εικόνος περί της αγάπης Του Θεού προς τον παραπεμπτικό άνθρωπο.
Κοιτάξτε, Σας παρακαλώ για άλλη μια φορά το βλέμμα του Θεανθρώπου στην εικόνα και μετά κοιτάξτε τους ανθρώπους γύρω Σας. Αυτοί κοιτάζουν ο ένας τον άλλον πολύ συγκεκριμένα, πολύ ενδοχρονικά, δηλ. Πολύ «instantane». Ο Θεός κοιτάζει πολύ βαθιά, μέσα στα ατελεύτητα βάθη της ύπαρξης τα οποία είναι πέρα από τους ορίζοντες των οριζόντων της υπέρ χρονικότητα όπως λέμε στην ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ «εις τους αιώνας των αιώνων».